Όσο καρδιά μου εσύ…
θ’ ανοίγεις γαλάζιο πανί…
Εγώ με σταυρωμένα χέρια..
θα παρα - μένω εδώ…
να χαιρετίζω την καθημερινότητα!
Σε μάκρος της γης...
ζήσαμε πάντοτε αλλού...
σαν όνειρο από γιασεμί...
να το ξεχνάμε το πρωί...
για να κοιμόμαστε τα βράδια...
πνιγμένα φεγγάρια...
σε θάλασσα άδεια...
με ήχους σιωπής...
Το δάκρυ σου…
αόρατο, σε φλύαρες σιωπές…
δραπέτης…
εξάντλησε η επιθυμία μου…
να σύρω τ’ αστέρι της αυγής…
μες σε δικό μου μαξιλάρι...
ξημέρωσε!

μπαλόνια χαρισμένα ...
πετούν ανάλαφρα...
σαν να μην τ' αγγίξε ποτέ κανείς....
θαρρώ, πως ο ουρανός συννέφιασε...
μέσα σε χρώμα κόκκινο βαθύ...
και χύνεται σε θάλασσα...
να ταξιδεψει στο κύμα, η ελπίδα μας...
από τη δύση ως την αυγή!
εντός, εκτός
κι επί τ΄αυτά...
κινούμαι...
με τα πόδια...
το αυτοκίνητο...
και κάπου κάπου...
μ΄ένα ποδήλατο.
Στα φλύαρα όνειρα σου...
άφησα αεροπλάνο στη σελήνη...
για να με συναντάς...

ερμητικά
την πόρτα
έκλεισα
σε φωνή
της οργής
στα βλέφαρα μου
άνοιξα
Ήλιο -οροφή
βγήκα στεριά
κενές
οι χούφτες μου
σμιλεύουν
στην άμμο
ανάσα
μια λέξης
όνειρο!
Σκορπίστηκαν ιστοί της σάρκας μας…
στο βωμό της επιβίωσης…
σαν άδειες βαλίτσες…
σε σταθμό μετεπιβίβασης…
Και βρήκε ανατολή…
τις χούφτες μας βαριές …
με όνειρα που δεν μοιράστηκαν...
ποτέ, πριν την αυγή!